Wednesday, February 20, 2008

Χιόνια κε άλα


Αγαπητόν μου ημερολόγιον,

Ο Σπυρούκος μου με εξήγησεν κε εγραψα στο χαρτι πώς να βρισκο ηκονες από το ιντερνετ κε να της βαζο στο μπλόκ μου. Εφχομε να σας αρεση.



Σήμερα λίοσανε κάπος τα χιόνια. Ωρέα ήτανε κε μαρεσε γιατι με θημεσεν τα παλιά. Η νέη σήμερα ήνε καλομαθημένη. Εμης στον κερό μας χιόνιζε πολή κε ήχε κρύο, κι όμος βγέναμε κε καναμε κανονικα της δουλιές μας. Έπρεπε να βγουμε, να καθαρισουμε την αβλή, ναναψουμε την σομπα, αφου προρα φερομε ξύλα, να ξηπνισουμε τα παιδια κε να τα κεσκατισουμε, να τα ντισουμε, να τα ταησουμε, κε να τα στιλουμε στο σκολιο. Να μαθουν γραματτα κε να μη μινουν ξυλα απελεκιτα σαν κε μας.

Μετά έπρεπε να ψονίσουμε με τα χριματα που μας αφκαν η αντρες μας κε να μαγιρεψουμε το φαγιτο της οικογενιας, να ξεστροσουμε, να καθαρισουμε, να μπαλοσουμε, να βρασουμε νερο κε να πληνουμε με τα χερια τα ρουχα. Αχ! Τα σοβρακα ηταν οτη χιροτερο γιατι επρεπε να βραση καλα καλα το νερό κε μετα με το λουλακι να πλεονομε για ωρες. Περναμε μια καζανα μεγαλη, κουβαλοσαμε με τους κουβαδες πανελα το νερο, μετα ναναψουμε την φωτια από κατο κε να βραση το νερο.

Τελος παντον. Αφτο πού ηθελα να πω ηνε πος τα χιόνια δεν σταματαγαν την καθιμερινή μας ζωή. Κε μιλάο για χιόνι με τα μέτρα, όχι δυο πόντους όπος τόρα. Επρεπε να γίνη μεγάλος χιονιας για να μινουμε μεσα στο σπιτη.

Ο Σπυρούκος, ο δισεγγονός μου μεπριξε αφτες της μερες. Έβλεπε της ηδήσης στην τηλεόραση κε όλο στεναχοριότανε. Ιδίος το Σαβάτο που έμηνε μέσα μέπριξε! Ήχε λέη, κανονιση με τους φίλους να βγούνε το βραδι να πάνε στο Γκάζι. Τι θες βρε ζαβό του λεγα εγώ, πας κη κατο σε κακοφιμη περιοχη κε με τετιο κρυο. Εκη παλια ήταν το Γκάζι, γιαφτό το λένε έτσι, κε ηχε καφιμα μαγαζια κε τετια. Σήμερα λέη ο Σπυρούκος μου, ήνε το μερος που μαζεύοντε η κουνιστή κε περνανε καλα. Δεν θελο καν να σκεφτομε τη ανομαλίες κάνουν εκη Θεέ μου! Σοδομα κε Γομορα έγηνε η Αθήνα. Κε με τους αλβανους κε τους ρόσους κε τους ξένους. Αχ! Πάη η όμορφη Ελλάδα μας. Ο Βενιζέλος μόνο ήξερε κε την έκανε μεγάλη κε τρανή, αλα μας πουλισαν η ξένη κε πάθαμε αφτό που πάθαμε.

Πάλι ομος φευγο από το θέμα. Τέλος πάντον μηναμε μεσα τα διό μας κε τα λέγαμε. Μιλούσε σινέχια στο κινητό βεβεα αλλά δεν μας εμπόδισε. Ο καλός μου με πρόσεχε πολύ. Έφερε το αεροθερμο του από το δοματιο του κε μου το άφικε στο ντιβάνι να με ζεστένι το βραδι, γιατί λεη αφτος ηνε νεος κε δεν χριαζετε, ενο εγο που με μεγαλη το χο πιο πολη αναγκη. Ο καλός που. Η αλες η αχριστες ουτε ένα τηλεφονο δε με πηραν, αν χριαζομε κατη. Σκύλες γένισα η ρουφιάνα! Κε σχορα με Θεέ μου αλα έτσι ήνε.

Το βράδη ήδαμε τον Λαζόπουλο. Ωραίος άνδτρας Θεέ μου κε νεος πολή. Αφου κολάστικα η καψερή... Εμ βεβεα, πάνε δεκαετίες που πλάγιασα τελεφτεα φορά με τον άνδρα μου. τόρα, όταν ερθη η ώρα, θα πλαγιασουμε ξανα μαζί παντοτινά στους ουρανόυς. Παντος ορεα τα ήπε.

Αφτα για σήμερα καλο που ημερολόγιον. Κουραστικα από το ταπα ταπα κε παγοθκαν τα δαχτιλα μου, όπος παλεα που έπλεκα με της ωρες κε σταματούσα για να τα ζεστανο στην σόμπα.

Θεέ μου, να εχης καλα τον πισογλέντη, το παλικαρι που μου μιλαη στο μπλογκ μου. Ηνε τιουτος κιαφτος σαν τον Σπυρουκο μου, αλα φενετε καλο παλικάρη.

No comments: